Αιμίλιος Βεάκης (1884-1951)

στο Βασιλιά Ληρ
«Ο μεγαλύτερος ηθοποιός του τόπου μας, ο μεγαλύτερος μέσα σε άντρες και γυναίκες». - Κατίνα Παξινού -


1884: Γέννηση του στον Πειραιά. Χάνει τους γονείς του και υιοθετείται.
1900: Γράφεται, στη "Βασιλική Δραματική Σχολή".
1901: Την άνοιξη ανεβαίνει στα «παλιοσάνιδα της σκηνής» (όπως θα γράψει στο «Ημερολόγιό» του) στο Βόλο, με τον θίασο της Ευαγγελίας Νίκα, στην κωμωδία του Σαρντού: "Ποιους βάζουμε στα σπίτια μας". Τον Σεπτέμβρη με τον ίδιο θίασο τραβάει την προσοχή του κοινού της Αθήνας, με κωμικό ρόλο στο έργο «Σαμπινιόλ χωρίς να θέλει», στο τότε Θέατρο Νεαπόλεως.
1902-1913: Περιοδεύει σε πόλεις και χωριά της Ελλάδας, παίζοντας αμέτρητους ρόλους για 13 χρόνια. Επιστρατεύεται στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-’13 - όπου πήρε προαγωγή σε λοχία «επ’ ανδραγαθία»- ενώ οργανώνει και παραστάσεις στα πλαίσια του Μακεδονικού Αγώνα.
1914, Ιούλιος: Κάνει την επανεμφάνισή του στην Αθήνα θα με το θίασο Τηλέμαχου Λεπενιώτη - Χριστίνας Καλογερίκου στο έργο του Ηλία Βουτιερίδη: "Πολιτική που σκοτώνει" και θα παίξει στο πρώτο έργο του Πιραντέλο που ανεβάστηκε στην Ελλάδα: το μονόπρακτο: "Η μέγγενη".
1915-’16: Συνεργάζεται με τη Μαρίκα Κοτοπούλη, παίζοντας όχι μόνο δράματα, αλλά και επιθεώρηση: "Παναθήναια του 1915".
1916, Φεβρουάριος: "Μάκβεθ", σε σκηνοθεσία του Θωμά Οικονόμου.
1917-’18: Διακρίθηκε στην "Ανθή" του Αντρέγιεφ με το θίασο της Κυβέλης.
1919, 20 Μαίου: "Οιδίπους τύραννος". Οριστική καθιέρωση του, με τη συγκλονιστική δημιουργία του στον επώνυμο ρόλο, στην πρώτη σοβαρή αντιμετώπιση της ερμηνείας αρχαίου δράματος, σε σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, από την «Εταιρεία Ελληνικού Θεάτρου». Με τον ίδιο θίασο θα παίξει τον "Επιθεωρητή" του Γκόγκολ, τους "Αδελφούς Καραμάζωφ", τους "Φοιτητές" του Ξενόπουλου.
1921, 17 Σεπτεμβρίου: Με την Κυβέλη, παίζει, σε πρώτη διδασκαλία, το "Φιντανάκι" του Παντελή Χορν, διαπλάθοντας αξέχαστα τον ρόλο του πατέρα. Έπειτα συγκρότησε θίασο με τον Χριστόφορο Νέζερ και τη Σωτηρία Ιατρίδου, που περιόδευσε στην επαρχία και στην Πόλη, και συνεργάστηκε πάλι με την Κοτοπούλη και την Κυβέλη.
1931: Ένας μεγάλος σταθμός στη πορεία του, ήταν η συνεργασία του με την Κατίνα Παξινού και τον Αλέξη Μινωτή. "Πατέρας" του Στρίντμπεργκ, "Θείος Βάνιας" του Τσέχωφ, "Πόθοι κάτω απ’ τις λεύκες" (πρώτη παρουσίαση του Ο’ Νηλ στην Ελλάδα).
1932: Ίδρυση του Εθνικού Θεάτρου. Εντάσσεται κι ο Βεάκης σε ένα θίασο με 50 θαυμάσιους ηθοποιούς (Παξινού, Παπαδάκη, Σ. Αλκαίου, Μανωλίδου, Κατερίνα, Μινωτής, Δενδραμής, Γληνός, Νέζερ κ.λπ.) με την καθοδήγηση τού Φώτου Πολίτη αρχικά, του Δημήτρη Ροντήρη έπειτα. Εκεί είχε ο Βεάκης τη δυνατότητα να υποδυθεί ­ και να λαμπρύνει ­ κορυφαίους ρόλους του δραματολογίου όλων των εποχών και όλων των ειδών.
1933: "Οιδίποδας Τύραννος", με σκηνοθέτη πάλι τον Φώτο Πολίτη.
1938: Το κορύφωμα. Η ερμηνεία του στον "Βασιλιά Ληρ" σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη.
1942-’43: Η κατοχή, τον αναγκάζει να αποχωρήσει από το Εθνικό Θέατρο. Συνεργάστηκε πάλι με την Κατερίνα. "Καίσαρας και Κλεοπάτρα" του Σω, "Σουπιά" του Φαμπρ, "Σχολείο γυναικών" του Μολιέρου.
1943-’44: Σχημάτισε θίασο με τη Βάσω Μανωλίδου, τον Γιώργο Παππά και τον Νίκο Δενδραμή. Παρουσίασαν το "Θαμπά τζάμια" της Πρινσλάου, τα "Νιάτα" του Χάλμπε, αλλά και τον "Αγαπητικό της βοσκοπούλας".
1944: Συνεργασία με την Κατερίνα."Κυρία δεν με μέλει" του Σαρντού, "Μάγδα" του Σούντερμαν, "Μις Μπα" του Μπέζιερ. Ύστερα από τα Δεκεμβριανά, ακολούθησε το ΕΑΜ στην υποχώρησή του και, μαζί με πολλούς άλλους ηθοποιούς, έδιναν παραστάσεις στην επαρχία. Πήρε μέρος στην Αντίσταση, στις τάξεις του ΕΑΜ. Αυτή η πολιτική-αντιστασιακή τοποθέτηση και δραστηριότητά του θα τον κάνει στόχο τού μετα-δεκεμβριανού κράτους και θα υποστεί διώξεις, που κλόνισαν την υγεία του.
1945-’46: Στηρίζει τον θίασο των «Ενωμένων Καλλιτεχνών», όπου παίζει στον Σαιξπηρικό "Ιούλιο Καίσαρα", στη "Θεοδώρα" του Δ. Φωτιάδη, στους "Αδελφούς Καραμάζωφ", στους "Εχθρούς" του Γκόρκι.
1947: Κουρασμένος και πικραμένος από τις διώξεις, αποφασίζει να αποχωρήσει από το θέατρο, παίρνοντας μια πενιχρή σύνταξη.
1949: Ενίσχυσε με την παρουσία του το νεανικό «Ρεαλιστικό Θέατρο» κι έπαιξε το "Χρυσάφι" του Ο’ Νηλ, το "Σχολείο συζύγων" του Μολιέρου και το "Νυφιάτικο τραγούδι" του πρωτοεμφανιζόμενου Νότη Περγιάλη.
1951: Τον Απρίλιο-Μάιο, στο Εθνικό Θέατρο -που επιτέλους τον καλεί μετά από πολλές δημόσιες διαμαρτυρίες- ο Βεάκης θα παίξει τους τελευταίους ρόλους του στα έργα: "Δάφνη Λωρεόλα" του Μπράιντι με την Κυβέλη και στο "Τρεις κόσμοι, μια ζωή" του Διονύση Ρώμα. Και θα αποθεωθεί.
Τον Ιούνιο του 1951 ο μεγάλος αυτός καλλιτέχνης σωπαίνει για πάντα.
Άλλα έργα που έπαιξε στο ΘΕΑΤΡΟ: «Οθέλλος», «Ιούλιος Καίσαρας», «Άμλετ» (Κλαύδιος) «Άννα Κρίστι» και «Πόθοι κάτω απ’ τις λεύκες» του Ο’ Νηλ, «Δαντών» του Μπύχνερ, «Μπόρκμαν» του Ίψεν, «Ιβάν ο τρομερός» του Α. Τολστόι, «Πριν απ’ το ηλιοβασίλεμα» και «Δωροθέα Άγγερμαν» του Χάουπτμαν, «Κύκλωψ» του Ευριπίδη, «Άμαξα» του Μεριμέ, «Επιθεωρητής» του Γκόγκολ, «Δωδέκατη Νύχτα» (σερ Τόμπη), «Τρισεύγενη» του Παλαμά, «Θαμπά τζάμια», «Πάνω στα βράχια» του Σω.
Στον ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ: στις βουβές ταινίες «Το λιμάνι των δακρύων» και «Αστέρω» (1929), στην κατοχική «Φωνή της καρδιάς» (1942) και στα «Αρραβωνιάσματα» (1949). Αλλά το «σελυλόιντ» δεν αποδίδει ούτε το εκατοστό της τέχνης του.
Έχει γράψει: «Πολεμικαί εντυπώσεις» (αφήγημα, 1914), «Τραγούδια της αγάπης και της ταβέρνας» (ποίηση, 1926) και «Δερβενοχώρια» (ποίηση, 1945), «Ταπεινοί και καταφρονεμένοι» (θεατρικό έργο από το μυθιστόρημα τού Ντοστογιέβσκι ­ παίχτηκε στο Εθνικό Θέατρο το 1934), «Ρηνούλα» (θεατρικό έργο), «Συμπληγάδες» (θεατρικό έργο) κ.ά.



Ηλεκτρονικές διευθύνσεις για τον Αιμίλιο Βεάκη

Σχόλια